Η τέχνη να είσαι γονιός

Η ψυχολόγος Μυρτώ Γεωργίου-Νίλσεν έγραψε ένα βιβλίο που απευθύνεται σε όλους του γονείς (ιδίως στους νέους γονείς) που προβληματίζονται γύρω από την ανατροφή των παιδιών τους, από τη βρεφική ηλικία έως και την εφηβεία. Καταπιάνεται με μια ποικιλία θεμάτων της καθημερινής οικογενειακής ζωής, συνδυάζοντας την ψυχαναλυτική γνώση με την εμπειρική πρακτική.

Πιο συγκεκριμένα, ξεκινάει με τις πρώτες ημέρες της ζωής εστιάζοντας στις σχέσεις με το νεογνό, στο κλάμα και τον θηλασμό. Τονίζει ότι τα δύο πιο σημαντικά πράγματα που μπορεί να προσφέρει ένας γονέας στο μωρό του είναι η έκφραση αγάπης και η ηρεμία (με την έννοια της ψυχικής διαθεσιμότητας του γονέα και της στάσης που υιοθετεί την ώρα που βρίσκεται με το μωρό του).

Συνεχίζει αναφερόμενη στον ύπνο του παιδιού, απαντώντας σε ερωτήματα όπως: Πόσες ώρες ύπνου χρειάζεται ένα παιδί; Τι ώρα να κοιμάται; Πώς να κοιμάται; Έπειτα, ασχολείται με την παιδική διατροφή αναλύοντας το τι, πότε και πώς να τρώνε τα παιδιά, και τι συμβαίνει με τα παιδιά που δεν τρώνε.

Ακολουθεί το κεφάλαιο ζήλια, την οποία χαρακτηρίζει ως ένα «φυσιολογικό συναίσθημα που πλημμυρίζει κάθε άτομο όταν αντιλαμβάνεται ότι κάποιος άλλος μπαίνει σε μια δική του στενή δυαδική σχέση, απειλώντας να την εξουδετερώσει, ή τουλάχιστον να εξουδετερώσει το ένα από τα βασικά της στοιχεία: την αποκλειστικότητα». Περιγράφει τι μπορούν να κάνουν οι γονείς για να μετριάσουν τη ζήλια των παιδιών τους, καταλήγοντας ότι το παιδί είναι ευτυχισμένο όταν ξέρει ότι τίποτα ή κανένας δεν μπορεί να του στερήσει την αγάπη των γονιών του και όταν βιώνει ως τυχερή και μοναδική τη θέση την οποία κατέχει στην οικογένεια.

Κατόπιν, εξετάζει τι είναι η προσωπικότητα και πώς διαμορφώνεται, εστιάζοντας στις τρεις φάσεις στην εξέλιξη της προσωπικότητας του παιδιού ή, αλλιώς, στις κρίσεις της προσωπικότητας. Στο επόμενο κεφάλαιο μελετά τη μετάβαση στο σχολείο και συγκεκριμένα το ποια είναι η καλύτερη ηλικία για την έναρξη του παιδικού σταθμού, το κλάμα τις πρώτες ημέρες στο νηπιαγωγείο, το παιδί που ξαφνικά δε θέλει να πάει στο σχολείο, τα κριτήρια για την επιλογή σχολείου, τη μελέτη στο σπίτι και τη σχολική αποτυχία. Επίσης, ασχολείται με ζητήματα σχετικά με τον Θεό, τον θάνατο και το σεξ.

Επιπροσθέτως, αγγίζει με ιδιαίτερη ευαισθησία τα θέματα του διαζυγίου, της υιοθεσίας και του «προβληματικού» παιδιού. Κλείνοντας, μας προσφέρει έναν συγκινητικό επίλογο στον οποίο απαντά τι ρόλο παίζουν οι ενδοοικογενειακές σχέσεις στη διαμόρφωση της προσωπικότητας των παιδιών και πόσο εποικοδομητική μπορεί να είναι η αγάπη που ενώνει τα μέλη μιας οικογένειας.

Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για ένα ευχάριστο βιβλίο που αποπνέει σοφία και ελπίδα σε κάθε του σελίδα. Ξεκινάει τοποθετώντας μας μέσα στη σιωπή και την ασφάλεια της μήτρας και μας οδηγεί τρυφερά και φροντιστικά στο μεγάλωμα και την ενηλικίωση του παιδιού, μέχρι τη στιγμή που -ηθελημένα ή αθέλητα- θα γίνει και το ίδιο γονέας. Παρομοιάζει τη ζωή με μία αλυσίδα που σχηματίζουμε όλοι οι άνθρωποι και την κάθε καινούργια γενιά με έναν κρίκο που προστίθεται σε αυτούς που ήδη υπάρχουν. Ευελπιστούμε κάθε νέος κρίκος να είναι πιο γερός από τον προηγούμενο, πιο λειτουργικός και πιο ωραίος. Εν κατακλείδι, αυτό το βιβλίο μάς αποδεικνύει ότι χρειάζεται, όντως, τέχνη για να μεγαλώσεις ένα παιδί!

Απόσπασμα

«Αν υπήρχαν τέλειοι ή απολύτως σωστοί γονείς, η ζωή του παιδιού θα ήταν πολύ δύσκολη… Γιατί ποτέ δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει μια δική του ταυτότητα αντάξια της δικής τους, ποτέ δεν θα μπορούσε να τους ξεπεράσει, όπως είναι για τα παιδιά ο άγραφος νόμος της προόδου και της επιτυχίας. Το «τέλειο» και το «απολύτως σωστό» για ένα παιδί είναι να έχει ισορροπημένους γονείς. Μαζί τους να χαίρεται για ό,τι τους δίνει η ζωή, μαζί τους να μαθαίνει, μαζί τους να ωριμάζει, μαζί τους να δέχεται ακόμα και τα λάθη τους – τα λάθη εξάλλου είναι αναπόφευκτα, και η σοφία στη ζωή δεν έγκειται στην αποφυγή τους αλλά στην παραδοχή τους. Και μαζί, γονείς και παιδιά, να δεχθούν την ώρα που ο καθένας θα πρέπει πια να τραβήξει τον δικό του δρόμο.»

Η τέχνη να είσαι γονιός, Μυρτώ Γεωργίου-Νίλσεν, εκδ. Καστανιώτη, 2002 (4η εκδ.), σελ. 190.