Επιθετικότητα στην προσχολική ηλικία

Κατά την προσχολική ηλικία, μια περίοδο ραγδαίας κοινωνικής, γνωστικής και συναισθηματικής ανάπτυξης, τα χαμηλά έως και μέτρια επίπεδα επιθετικότητας θεωρούνται ένα αναμενόμενο και φυσιολογικό χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης αναπτυξιακής φάσης, ιδιαίτερα ανάμεσα στις ηλικίες των 2 έως 5 ετών. Μάλιστα, έχει βρεθεί ότι η συχνότητα των αντικοινωνικών συμπεριφορών, μέσα στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι επιθετικές, είναι μία την ημέρα για τον μέσο όρο των παιδιών. Παρόλα αυτά, μόλις το 3 έως 10% των παιδιών θα διατηρήσουν τα υψηλά επίπεδα επιθετικότητας σε βάθος χρόνου. Παρατηρείται, δηλαδή, μία φθίνουσα τάση η οποία συνεχίζεται τα επόμενα χρόνια της ανάπτυξης.

Τι είναι η επιθετικότητα;

Επιθετική χαρακτηρίζεται μια πράξη/συμπεριφορά κατά την οποία κάποιος πληγώνει ή βλάπτει κάποιον άλλο από πρόθεση.

Το συναίσθημα που κρύβεται πίσω από την επιθετικότητα είναι ο θυμός. Ο θυμός είναι δευτερογενές συναίσθημα, δηλαδή κάποια άλλα συναισθήματα ενδέχεται να τον έχουν προκαλέσει. Αυτά συνήθως είναι ο φόβος, η λύπη, η ζήλια, η απογοήτευση και η ματαίωση επιθυμιών.

Μορφές επιθετικότητας

  • Σωματική: όπως το δάγκωμα, το χτύπημα, η κλωτσιά, το σπρώξιμο.
  • Λεκτική: όπως το βρίσιμο, η απειλή, τα πειράγματα, οι προσβολές, οι αισχρολογίες. Η λεκτική επιθετικότητα αφορά την πρόκληση ψυχικής οδύνης με τη βοήθεια του λόγου και αποτελεί την πιο διαδεδομένη μορφή με την οποία εκδηλώνεται η επιθετική συμπεριφορά.
  • Εχθρική: αυτή που κατευθύνεται σε πρόσωπα και συνοδεύεται από αρνητικά συναισθήματα – στοχεύει να πληγώσει κάποιο άλλο πρόσωπο για λόγους εκδίκησης ή εδραίωσης κυριαρχίας με στόχο ορισμένα οφέλη για τον επιτιθέμενο.
  • Συντελεστική: αυτή που σκοπό έχει την απόκτηση ή διατήρηση κάποιου παιχνιδιού ή άλλου αντικειμένου, την κυριαρχία κάποιας περιοχής ή την εξασφάλιση κάποιου δικαιώματος.
  • Επιθετικότητα σχέσεων: έχει ως στόχο να βλάψει ένα άλλο άτομο μέσω της καταστροφής των διαπροσωπικών του σχέσεων με τους συνομηλίκους, των φιλικών του σχέσεων και της αποδοχής του στην ομάδα. Η επιθετικότητα σχέσεων μπορεί να εκδηλώνεται με λεκτικούς ή μη λεκτικούς τρόπους, μπορεί να είναι άμεση ή έμμεση, μέσα από την ενθάρρυνση τρίτων ατόμων να αποκλείσουν κάποιον από την ομάδα, και μπορεί να είναι ακόμη και η απειλή για κάτι τέτοιο.
  • Παθητική επιθετικότητα:  είναι ένα είδος κρυφής επιθετικότητας, όπως η ειρωνεία ή η αδιαφορία. Στα παιδιά μπορεί να εκδηλώνεται με την άρνηση λήψης τροφής, ύπνου, με το να κυλιούνται ξαφνικά στο πάτωμα την ώρα του μαθήματος, να ξαπλώνουν πάνω στα θρανία, να κάνουν πως δεν ακούν κτλ.

Σύμφωνα με έρευνες:

  • μεγαλύτερη επιθετικότητα παρουσιάζουν τα αγόρια έναντι των κοριτσιών (πιθανόν λόγω υψηλότερων επιπέδων ανδρικών ορμονών [ανδρογόνων και τεστοστερόνης] και λόγω ανατροφής – κοινωνικών στερεοτύπων)
  • στα μικρότερα παιδιά κυριαρχεί η επιθετικότητα με χρήση σωματικής βίας ώστε να προκληθεί πόνος και βλάβη, ενώ στα μεγαλύτερα παιδιά κυριαρχεί η λεκτική επιθετικότητα
  • στα μικρότερα παιδιά η επιθετικότητα έχει συνήθως συντελεστική μορφή και αφορά διεκδίκηση παιχνιδιών-αντικειμένων, ενώ καθώς το παιδί μεγαλώνει η συντελεστική επιθετικότητα μειώνεται και αυξάνεται η εχθρική, αρχικά προς τους γονείς και στη συνέχεια προς τους συνομήλικους  
  • το είδος της επιθετικότητας που κυριαρχεί διαφέρει ανάλογα με το φύλο των παιδιών. Τα αγόρια έχουν την τάση να χρησιμοποιούν συντελεστική επιθετικότητα, για να προκαλέσουν σωματικό πόνο, ενώ τα κορίτσια συνηθίζουν να χρησιμοποιούν λεκτική και επιθετικότητα σχέσεων, με σκοπό να προκαλέσουν ψυχολογικό πόνο.

Τι προκαλεί την επιθετικότητα;

Πιθανοί παράγοντες που συμβάλουν στην εμφάνιση της επιθετικής συμπεριφοράς:

  • Η επιθετικότητα ως ένστικτο, φυσιολογική ενόρμηση. Σύμφωνα με την ψυχοδυναμική θεωρία, η επιθετικότητα αποτελεί φυσιολογική πηγή ψυχικής ενέργειας μαζί με τη σεξουαλικότητα. Η επιθετικότητα, λοιπόν, ως ενόρμηση φαίνεται ότι αποτελεί ένα αναπόσπαστο στοιχείο της φυσιολογικής λειτουργίας του ατόμου.
  • Η επιθετικότητα ως αποτέλεσμα βιολογικών παραγόντων. Οι εγγενείς αιτίες μπορεί να αφορούν την ιδιοσυγκρασία και τον χαρακτήρα του παιδιού, υπερκινητικότητα, προβλήματα λόγου, συναισθηματικές δυσκολίες, μαθησιακές διαταραχές κ.α.
  • Η επιθετικότητα ως αποτέλεσμα μάθησης. Στα πλαίσια της κοινωνικής μάθησης διατυπώθηκε πως τα παιδιά διαμορφώνουν τη δική τους συμπεριφορά λαμβάνοντας ως πρότυπο τη συμπεριφορά των γονέων τους. Φαίνεται ότι επιθετική συμπεριφορά αναπτύσσουν τα παιδιά που οι γονείς τους χρησιμοποιούν την επιθετικότητα ως μέσο τιμωρίας ή που φέρονται επιθετικά μεταξύ τους. Ακόμη, είναι πιθανό να δημιουργείται λόγω μίμησης κάποιας άσχημης συμπεριφοράς που βλέπουν ή βιώνουν στο σχολείο τους από τους συνομηλίκους τους.
  • Η επιθετικότητα ως αποτέλεσμα ανταμοιβής. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ερμηνεία, τα παιδιά μαθαίνουν να συμπεριφέρονται επιθετικά επειδή συχνά ανταμείβονται όταν το κάνουν. Διαπιστώθηκε ότι οι γονείς των επιθετικών παιδιών συχνά ενίσχυαν την επιθετική τους συμπεριφορά, είτε δίνοντας περισσότερη προσοχή, είτε γελώντας, είτε εκφράζοντας επιδοκιμασία.
  • Η επιθετικότητα ως αποτέλεσμα υπερβολικής ή ελλιπούς οριοθέτησης. Έχει βρεθεί ότι τα παιδιά συνήθως εκδηλώνουν επιθετικότητα όταν έχουν υπερβολικά αυστηρούς γονείς που τιμωρούν συχνά το παιδί ανάλογα με τη δική τους συναισθηματική κατάσταση και δεν αφήνουν περιθώρια συναισθηματικής έκφρασης από μέρους του παιδιού. Αλλά η επιθετικότητα παρατηρείται και όταν οι γονείς είναι υπερβολικά υποχωρητικοί και ανεκτικοί στη συμπεριφορά του παιδιού και δε θέτουν όρια. Ανάλογη συμπεριφορά εντοπίζεται και όταν οι γονείς είναι αδιάφοροι και αγνοούν τελείως ή απορρίπτουν το παιδί.
  • Η επιθετικότητα ως αποτέλεσμα σημαντικών γεγονότων ή αλλαγών στη ζωή του παιδιού. Γεγονότα ή αλλαγές που διαταράσσουν την ισορροπία του οικογενειακού ή σχολικού περιβάλλοντος, όπως η έλευση ενός νέου μέλους στην οικογένεια, μια μετακόμιση, ένα διαζύγιο, η αλλαγή δασκάλας ή σχολείου μπορούν να αποτελέσουν αιτία εκδήλωσης επιθετικής συμπεριφοράς.

Πότε χαρακτηρίζουμε ένα παιδί επιθετικό;

Για καταλήξουμε να χαρακτηρίσουμε ένα παιδί ως επιθετικό – με πρόβλημα συμπεριφοράς, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε τα εξής στοιχεία:

  • τη διάρκεια της επιθετικής συμπεριφοράς του παιδιού, δηλαδή αν είναι μια συμπεριφορά που επιμένει πολύ καιρό ή αν είναι ένα παροδικό φαινόμενο
  • τον βαθμό εχθρότητας, μίσους και εκδίκησης προς τους άλλους που μπορεί να έχουν μέσα τους οι επιθετικές ενέργειες του παιδιού
  • την ικανότητα που έχει το παιδί να ελέγξει τον εαυτό του και να σταματήσει να προκαλεί πόνο στους άλλους, νιώθοντας πως κινδυνεύει η ασφάλειά τους.

Εάν η επιθετικότητα ενός παιδιού παρεμβαίνει στην ικανότητά του να αλληλεπιδρά με τους άλλους με θετικό τρόπο, στην επιθυμία του να εξερευνήσει και να μάθει, ή αν διαπιστώσουμε ότι, λόγω της επιθετικής συμπεριφοράς του παιδιού, αποφεύγουμε να το πηγαίνουμε να παίξει με τα άλλα παιδιά ή να το παίρνουμε μαζί μας σε διάφορες δραστηριότητες, ενδεχομένως να είναι χρήσιμη η βοήθεια ενός ειδικού.

Σε κάθε περίπτωση, ο ειδικός θα χρειαστεί πρώτα από όλα τη συνεργασία των γονέων, οι οποίοι είναι απαραίτητο να λάβουν οι ίδιοι συμβουλευτική, προκειμένου οποιαδήποτε παρέμβαση να είναι αποτελεσματική.

Πηγές